5/1/14

Το πραγματικό παραμύθι της 25ης Δεκεμβρίου (από τα "Δεκεμβριανά παραμύθια")




Κάποτε, όχι πολύ μακριά, μην σας πω ούτε χιλιοστό μακριά από την όμορφη εποχή που ζούμε, ζούσε μιά αγαπημένη οικογένεια: Ένας άνδρας και μία γυναίκα που είχαν βάλει πλώρη γιά να γίνουν μαμά και μπαμπάς. Στις συνηθισμένες οικογένειες βάζεις πλώρη για να γίνεις γονιός βάζοντας και κάτι...άλλο, συγκεκριμένο, το οποίο όμως γιά λόγους -δήθεν- σεμνοτυφίας δεν θα το αναφέρω. Στην συγκεκριμένη οικογένεια κάτι τέτοιο, λίαν υπόπτως επιμήκες ή λίαν επιμήκες υπόπτως, δεν έπαιζε. Πως γίνεται αυτό; Γίνεται! Αρκεί να το πιστεύεις και να το επαναλαμβάνεις κάθε χρόνο την ίδια μέρα.

Ο μέλλων πατέρας, Σήφης το όνομα, το γένος Παπατζή, σοσιαλιστής το επάγγελμα, θρήσκευμα μαραγκός, είχε ένα παράξενο σεξουαλικό χούϊ: Ενώ δεν είχε αφήσει ούτε θηλυκό γαϊδούρι στον ανήφωρο -που λέει ο λαός, που μόνο να λέει και να σκύβει το κεφάλι ξέρει και μετά να φασκελώνει προς πάσα κατεύθυνση, εκτός της δικής του- την κυρά του δεν την είχε ακουμπήσει ούτε για να κάνει γιάντες! Πως το άντεχε τέτοιο φορτίο η κυρά του; Ε, άντεχε. Όχι επειδή ήταν ίσως ανέραστη η νεαρή, αλλά άμα δεν έχεις δοκιμάσει ποτέ σου...φερ΄ ειπείν φούσκες Καλυμνιώτικες, το λεγόμενο σπινιάλο (σπάνια περίπτωση γαστρονομικού βίτσιου για αθεράπευτες περιπτώσεις αδίστακτου ουρανίσκου και αντάρτισσας γλώσσας), δεν μπορείς να γνωρίζεις την...γλύκα του. Θα πείτε, μα τόσο καθυστερημένη η κυρά; Έλα ντε!

Η μαμά, πολύ Νέα, όσο και η Δημοκρατία μας δηλαδή, Μαιρούλα το όνομα, κορίτσι μάλαμα. Μιλάμε για μάλαμα-μάλαμα, απ΄ αυτές που δεν μπορούν να ξεχωρίσουν παλούκι σε φράχτη, με παλούκι οπουδήποτε αλλού. Δεν θα το ρίχναμε το κορίτσι, αν λέγαμε, ότι πέρασε πάνω του (σαν τον λίβα που καίει τα σπαρτά) το μισό πανελλήνιο εκτός του κυρ-Σήφη, που πότιζε φαίνεται άλλους κήπους, ως συνηθίζει πας Σήφης μπαγλαμάς. Έγκυα δεν είχε ποτέ ξαναμείνει η κυρά. Χτυπούσε δηλαδή την καμπάνα, χωρίς ν΄αγγίξει το σκοινί. Έτρωγε δηλαδή τα νύχια της, χωρίς να χαλάσει το μανικιούρ. Οι ανήθικοι θα λέγανε, έμεινε παρθένα για τα παιδιά της, αλλά εμείς δεν το λέμε, γιατί είμαστε ηθικό και χριστιανικό μπλογκ.

Πως γίνεται τώρα, να έχει γίνει η κοιλιά σου τούμπανο και η φουσκωματική αιτία να μην είναι ούτε το μαμ τσιτσί, ούτε η ασιτία, άλλη υπόθεση. Έτυχε. Ίσως να είχε περάσει από το σπίτι της ο ανθοπώλης της ενορίας της, ο Άγγελος, που όπως λένε οι καλές γλώσσες, είχε τον τρόπο του να βρίσκει μία λουλουδάτη μέθοδο, που οδηγούσε τις γυναίκες σε πράξεις κρινάτες, πονηρές και ανίερες, ακόμα και αν και τις είχαν πριν...μυριστεί.

Τέλος πάντων, φουλ προς τοκετό τα δυό τους και το όνομα του μωρού έτοιμο: Νέα Γενιά. Θα πείτε, τι όνομα είναι αυτό; Σωστά. Στην αρχή θέλανε να το βγάλουνε Μούσι, λόγω παράδοσης και συνήθειας, αλλά ο ληξίαρχος δεν δεχότανε με τίποτα. Ούτε μετά την προσθήκη "Νέο". Ε, λένε, να κάνουμε έναν συμβιβασμό, να το βγάλουμε Νέο Γένι. Τούρκος ο ληξίαρχος! Γιόκ παιδιά, λέει, μη το σκέφτεστε καν. Το Νέα Γενιά έσωσε την παρτίδα τελικά.

Ρε συ γυναίκα, της λέει ο Σήφης, όταν αυτή άρχισε να χτυπιέται στο πάτωμα, αχ άνδρα μου, τι πόνος είναι ετούτος, που έρχεται κάθε εφτά λεπτά, λες και είναι το Μετρό Ομόνοια-Κηφισιά, όπως το υποσχεθήκαμε κάποτε στον λαό; Ρε συ γυναίκα, γεννάμε ρε συ γυναίκα, να πάμε σε κάνα νοσοκομείο που δεν πρόλαβε να κλείσει ο Άδωνις, απαντάει ο Σήφης. Το νοσοκομείο που δεν έκλεισε ο Άδωνις, πρέπει πρώτα να χτιστεί, ανταπαντάει η αδικογκαστρωμένη νεαρά. Να το κάνουμε εδώ που είμαστε, σπίτι, άντρα.

Σπίτι; Και να μας μείνει από το κρύο, απαντάει ο στοργικός πατέρας. Ν΄ανάψουμε το καλοριφέρι ρε άντρα, κοντράρει η γυναίκα. Και πως να το ανάψουμε, αφού δεν βάλαμε στην πολυκατοικία φέτος πετρέλαιο, φωνάζει ο Σήφης. (Ακολουθεί ο αυθεντικός διάλογος, όπως τον κατέγραψε η κάμερα του NSA).

-Και γιατί δεν βάλαμε φέτος πετρέλαιο παρακαλώ;

Λόγω επειδής το πετρέλαιο θέρμανσης κοστίζει όσο το ντήζελ, γυναίκα.

-Και ποιός μαλάκας το αποφάσισε αυτό;

Εμείς οι δύο γυναίκα.

-Ναι;

Νέκρα! Φυσικά ναι.

-Και διατί ωρέ άντρα;

Γιατί μας το ζήτησε η Τρόϊκα.

-Και γιατί μας το ζήτησε η Τρόϊκα;

Για να μαζέψουμε όλο το χαρτί του μαλάκα λαού.

-Και έπιασε το μέτρο;

Ου! Η κατανάλωση έπεσε κατά 90%!

-Κάπως έτσι και τα έσοδα;

Ε φυσικά. Τι, μισές δουλειές κάνουμε; Αλλά έπρεπε να ικανοποιηθεί το βίτσιο της Τρόϊκας.

-Και άλλο τρόπο δεν βρήκαν; Έπρεπε σώνει και καλά το πετρέλαιο θέρμανης;

Ναι! Γιατί ΟΛΟ το χειμώνα κάνει κρύο και κρυώνουνε ΟΛΟΙ βρε γυναίκα. Η εναλλακτική πρόταση ήταν, να φορολογηθεί η ηλιοθεραπεία το καλοκαίρι. Που να μαζέψεις χρήμα γιά τσι Δανειστές με αυτόν τον τρόπο; Θα μπαίνανε στην θάλασσα αμέσως (όσοι αποφασίζανε να πάνε θάλασσα, και δεν μπορείς να πεις στον άλλονα, λαέ τράβα με το ζόρι Βρωμοπούσι για την σωτηρία της χώρας και άμα δε πας, σου κόβω το ρεύμα και δεν βλέπεις ούτε γιά να βγάλεις το απόγεμα τις ωτασπίδες που έβαλες το μεσημέρι στα αυτιά σου για να μπορέσεις ως κάτοικος λεωφόρου Κηφισίας να κοιμηθείς) και μετά θα κάνανε ότι φεύγουνε και θα ξαναγυρίζανε και θα ξαναπέφτανε μέσα.

-Και δεν θα ξεκουράζονταν;

Πως, θα καθόντουσαν στα τέσσερα στα ρηχά.

-Να ανάψουμε κανιά σομπούλα τότε.

Ναι, και όταν αποφασίσει η Νέα Γενιά να βγει, έχει αιθαλομίχλη και μας πούνε, ή τη σβήνεις μαλάκα, ή σου βαράμε πρόστιμο, να σου φεύγει το τακούνι, τι κάνουμε;

-Δίκιο έχεις. Τότε να απαλλάξουμε τους δικαιούχους από τα έξοδα ρεύματος, όταν έχει ντουμάνι και να βάλουμε ηλεκτρικό καλοριφέρ, που ως γνωστόν κάνει ιδιαίτερα καλό στους κατασκευαστές ηλεκτρικών καλοριφέρ.

Καλή ιδέα, αλλά δεν συμφωνεί ο Κουβέλης;

-Γιατί, την βρίσκει παράλογη;

Όχι, τουναντίον.

-Αλλά;

Ο Φώτης είναι βασικά σύμφωνος, αλλά σύμφωνα με το καταστατικό της ΔΗΜΑΡ, που μιά φορά ψηφίζει υπέρ της κυβέρνησης και μία κατά, εναλλάξ, είναι σειρά να μη συμφωνήσει. Την τελευταία φορά είπε ναι, οπότε αυτή τη φορά θα πει όχι. Δεν γίνεται.

-Ε τότε να πούμε στον Τσίπρα, να αναλάβει κυβέρνηση. Αν αυτός ρίξει την τιμή του θέρμανης, όπως έχει υποσχεθεί, κάνουμε και τετράδυμα μετά.

Τρελλή είσαι; Να μας πάρουνε τις σόμπες οι κομμουνιστές; Και που ν΄αφήσουμε τον Πρετεντέρη;

Ακριβώς εδώ μπουκάρουν ξαφνικά τρεις παράξενοι τύποι στω δωμάτιο, μόνοι τους, αφού οι τρεις καμήλες που είχαν φέρει μαζί τους δεν χώραγαν να περάσουν από τον ημιυπαίθριο.

Πανικός! (Συνεχίζουμε με το υλικό της NSA πάλι).

Μαρία: Αχ τι καλά, ήρθανε οι Μάγοι!

Σήφης: Υπέροχα! Περάστε μαγουλάκια μου, τα δωράκια στο τραπέζι.

Μάγος Α: (στον μάγο Β) Τι δώρα λέει ο τύπος;

Μάγος Β: Μάλλον του έστριψε. Τραγικός πατέρας...

Τόμσεν: Σφιγγόμαστε, όπως βλέπω κυρία Μαρία. Το και το ε;

Μαρία: Όχι, τοκετός. (Στον Σήφη, στο αυτί: Άνδρα, Από πότε τσιμπάει μάγος κώλον εγκύου;)

Σήφης: (προς τους μάγους) Ρε παιδιά, μήπως είσαστε η Τρόϊκα;

Τόμσεν: Μάγος είσαι;

Σήφης: Ε πέστε το ρε παιδιά. (Προς τη Μαρία) Έλα γυναίκα, το τραγούδι. Πάμε!

Σήφης και Μαιρούλα μαζί: Τρόϊκα που την χώρα κυβερνάς, και χαράτσια παντού σκορπάς. Άκου ετούτη τη στιγμή, των τσογλανιών σου τη φωνή. Σκοτάδιασέ μας την ψυχή, στο κακό στην αρπαχτή, δίνε μας από ψηλά, θάρρος, δύναμη, να ξεσκίσουμε τον ραγιά. Για να ζούμε εδώ σ΄αυτή τη γη, σαν πασάδες με ότι ατιμία βάλει ο νους σου, και να...διαπραγματευόμαστε δήθεν (για τα ψώνια έξω) με εσέ, πάνσοφε τροϊκανέ.

Και εδώ ακριβώς στην τελευταία συλλαβή της μαγικής λέξης "τροϊκανέ", στο "νε", συμβαίνει το τραγικό γεγονός, που περίμενε με αγωνία απαξάπαντη η ανθρωπότητα: Με το σφίξημο που έκανε η Μαιρούλα γιά να πετύχει την κορώνα του "νέ", ακούγεται ένας υπόκωφος θόρυβος, ένα φλουπ, συγκεκριμένα ένα "φςςςς ωχωχωχ τσαφ φλουπ ντουπντουμπντουμπ" και η μικρή Νέα Γενιά προάγεται ξαφνικά σε φορολογούμενο πολίτη, μπιστώντας μάλιστα με το κεφάλι τρεις φορές  πάνω στο κρύο μωσαϊκό της φάτνης.

Μπράβο παιδιά, λέει στους αδιάφορους γονείς ο μάγος Τόμσεν, θα το πάρουμε έτσι το παιδί, μη το τυλίγετε!

Όταν κάποτε έφυγαν οι μάγοι το παραμύθι κάνει μιά σύντομη απογραφή και τι να δει; Δεν είχε πλέον απομείνει τίποτα! Οι τρεις μάγοι όχι μόνο δώρα δεν έφεραν, αλλά δεν άφησαν και τίποτα πίσω τους! Τα πήραν όλα! Όλο το παρόν, ακόμα και την Νέα Γενιά, το μέλλον της χώρας. Πίσω έμεινε μόνο το παρελθόν. Ο Σήφης και η Μαιρούλα. Και κάτι σκιές, που δεν μπορέσαμε να διακρίνουμε, αν ήταν άνθρωποι ή κάτι άλλο. Πάντως ότι και να ήταν, το τέλος όλων των παραμυθιών, το "ζήσανε αυτοί καλά" δεν φαίνεται να τους συγκινούσε ιδιαίτερα. Όσο μπόρεσε φυσικά να ξεχωρίσει το παραμύθι σ΄εκείνη την έρημο μέσα στον μπουχό της αιθαλομίχλης....